Η υψηλή λιποδιαλυτότητα των κανναβινοειδών έχει ως αποτέλεσμα την παραμονή τους στο σώμα για μεγάλες χρονικές περιόδους. Ακόμη και μετά από μία μόνο χορήγηση THC, ανιχνεύσιμα επίπεδα αυτού μπορούν να βρεθούν στο σώμα για εβδομάδες ή και περισσότερο (ανάλογα με την ποσότητα που χορηγείται και την ευαισθησία της μεθόδου αξιολόγησης). Ένας αριθμός ερευνητών έχουν προτείνει ότι αυτό είναι ένας σημαντικός παράγοντας αναφορικά με τα αποτελέσματα της μαριχουάνας, ίσως επειδή τα κανναβινοειδή μπορούν να συσσωρευτούν στο σώμα και ιδιαίτερα στις λιπιδικές μεμβράνες των νευρώνων.
Η THC των κανναβινοειδών ασκεί τα σημαντικότερα αποτελέσματα της μέσω των δράσεών της σε δύο τύπους υποδοχέων κανναβινοειδών, τον υποδοχέα CB1 και τον υποδοχέα CB2, οι οποίοι είναι υποδοχείς συζευγμένοι με πρωτεΐνη G (GPCRs). Ο υποδοχέας CB1 βρίσκεται κυρίως στον εγκέφαλο καθώς και σε ορισμένους περιφερειακούς ιστούς και ο υποδοχέας CB2 βρίσκεται κυρίως στους περιφερικούς ιστούς, αλλά εκφράζεται επίσης σε νευρογλοιακά κύτταρα. Η THC φαίνεται να μεταβάλλει τη διάθεση και τη γνωστική λειτουργία μέσω δράσης αγωνιστή στους υποδοχείς CB1, οι οποίοι έπειτα αναστέλλουν ένα σύστημα δεύτερου αγγελιαφόρου (της αδενυλικής κυκλάσης), με δοσοεξαρτώμενο τρόπο. Αυτές οι δράσεις μπορούν να παρεμποδιστούν από τον εκλεκτικό ανταγωνιστή του υποδοχέα CB1, την ριμοναβάντη, η οποία έχει δειχθεί σε κλινικές δοκιμές ότι είναι μια αποτελεσματική θεραπεία για τη διακοπή του καπνίσματος, την απώλεια βάρους και μέσο για τον έλεγχο ή τη μείωση των παραγόντων κινδύνου του μεταβολικού συνδρόμου. Ωστόσο, λόγω της δυσφορικής επίδρασης των ανταγωνιστών του υποδοχέα CB1, το φάρμακο αυτό συχνά διακόπτεται λόγω των παρενεργειών αυτών.
Μέσω της ενεργοποίησης του υποδοχέα CB1, η THC αυξάνει έμμεσα την απελευθέρωση της ντοπαμίνης στην συναπτική σχισμή και έτσι παράγει τα ψυχοτρόπα αποτελέσματα ενεργοποιώντας το ντοπαμινεργικό μονοπάτι της ανταμοιβής. Η κανναβιδιόλη (CBD) δρα επίσης ως ένας αλλοστερικός τροποποιητής των μ- και δ- υποδοχέων των οπιοειδών. Η THC επίσης ενισχύει τις δράσεις των υποδοχέων γλυκίνης.
ΠΗΓΗ: wikipedia.org